Πολύ δύσκολη η συμφιλίωση χωρίς την επίλυση του θέματος των αγνοουμένων, τονίζει στο ΚΥΠΕ το Τρίτο Μέλος της ΔΕΑ

Πολύ δύσκολη η συμφιλίωση χωρίς την επίλυση του θέματος των αγνοουμένων, τονίζει στο ΚΥΠΕ το Τρίτο Μέλος της ΔΕΑ

Το Τρίτο Μέλος της Διερευνητικής Επιτροπής για τους Αγνοούμενους (ΔΕΑ), Πολ-Ανρί Αρνί, κάλεσε τη διεθνή κοινότητα να στηρίξει οικονομικά το έργο της ΔΕΑ για να μπορέσει να ολοκληρώσει σε λίγα χρόνια την αποστολή της, τονίζοντας ότι αν δεν επιλυθεί το θέμα των αγνοουμένων, είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί πραγματική συμφιλίωση.

Η ΔΕΑ, αναφέρει σε συνέντευξή του στο ΚΥΠΕ, έχει ετοιμάσει μια τετράχρονη στρατηγική για τους κύριες προκλήσεις που αντιμετωπίζει, με την πιο σημαντική την πίεση του χρόνου.

“Η εργασία που επιτελούμε είναι οδυνηρά χρονοβόρα και έχει μεγάλο κόστος και κάθε χρόνο πρέπει να διασφαλίζουμε ότι έχουμε 3.1 εκατ. ευρώ. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ο μεγαλύτερος χρηματοδότης μας, μας προσφέρει το 75% των πόρων, 2.6 εκατ. τα τελευταία λίγα χρόνια”, είπε.

Ο κ. Αρνί δηλώνει περήφανος για την εργασία που επιτελούν οι επιστήμονες στο CAL.

“Είμαι περήφανος για την εξαίρετη εργασία που επιτελούν οι επιστήμονες μας αυτά τα δέκα χρόνια. Έχουν εκταφεί 1100 αγνοούμενοι και ταυτοποιήθηκαν 743. Έχει ανευρεθεί 55% των αγνοουμένων από το 1963-64 και το 1974 και έχει ταυτοποιηθεί περίπου το 33%. Αυτό είναι εξαιρετικό αποτέλεσμα”, δηλώνει στο ΚΥΠΕ.

Ωστόσο εκφράζει απογοήτευση για την κατάσταση που υπήρχε από το 1981 μέχρι το 2006 που δημιουργήθηκε η ΔΕΑ γιατί δεν υπήρχε πολιτική βούληση από τις δύο πλευρές για ανεύρεση των λειψάνων, ταυτοποίηση και επιστροφή στους συγγενείς. “Το μόνο που έκανε η ΔΕΑ”, είπε, “είναι καταγραφή πληροφοριών αλλά αυτό δεν βοηθούσε πολύ για εξιχνίαση υποθέσεων γιατί η μόνη απόδειξη εξαφάνισης είναι το πτώμα.”

Εάν οι πολιτικοί αποφάσιζαν νωρίτερα για το πρόγραμμα των εκταφών και ταυτοποιήσεων, θα αποφεύγετο πολύς πόνος για πολλές οικογένειες.

Ερωτηθείς τώρα αν είναι ικανοποιημένος από την πολιτική βούληση που επιδεικνύεται, ο κ. Αρνί απαντά: “Βεβαίως, τώρα έχουμε την πολιτική βούληση από τους δύο ηγέτες. Υπάρχει θέληση να προχωρήσουμε το γρηγορότερο δυνατό. Όλοι αναγνωρίζουν ότι είμαστε κάτω από τεράστια πίεση χρόνου γιατί οι οικογένειες γερνούν και οι άνθρωποι πεθαίνουν”. Αναφέρθηκε στο περιστατικό 95ρονης γυναίκας που έδωσε στοιχεία και βοήθησε στην ανεύρεση 35 ανθρώπων στη Λευκωσία και έξι μήνες μετά πέθανε. “Αυτή είναι η πίεση χρόνου που έχουμε και θα πρέπει να επισπεύσουμε την εργασία μας για να βελτιώσουμε τα αποτελέσματα γιατί η δουλειά μας γίνεται πιο δύσκολη μέρα με τη μέρα”.

Σημειώνει ότι η ΔΕΑ έχει ολοκληρώσει μια τετράχρονη στρατηγική 2017-2020 για να την παρουσιάσει στις χώρες τις οποίες κάνουν δωρεές προς την Επιτροπή. Εκτός από την ΕΕ άλλες 14 χώρες κάνουν δωρεές στην Επιτροπή, πρόσθεσε.

Σε αυτή τη στρατηγική έχουμε διαπιστώσει τις κύριες προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε και η πιο σημαντική είναι η πίεση του χρόνου καθώς και η ανάγκη να βελτιώσουμε την ποιότητα των ερευνών μας. “Αυτή τη στιγμή, από τους δέκα χώρους στους οποίους σκάβουμε, μόνο οι δύο περιέχουν οστά. Δηλαδή 80% σκάβουμε για το τίποτα. Γιατί; Επειδή ανεγείρονται οικοδομές και αυτό έχει αλλάξει εντελώς το τοπίο. Παραδείγματος χάριν, πριν από 50 χρόνια είχες τρεις ελιές σε ένα χωράφι, τώρα έχεις μια υπεραγορά ή δρόμους. Για το λόγο αυτό η υπερ-οικοδόμηση είναι πρόβλημα”.

Επίσης, η απώλεια μνήμης είναι ένα άλλο πρόβλημα, σημειώνει. “Στη στρατηγική έχουμε περιλάβει τρόπους για να μπορέσουμε να πάρουμε πληροφορίες με βελτιωμένες μεθόδους από τις δύο πλευρές. Μια από αυτές είναι από φέτος να αρχίσει η εξέταση αρχείων 11 χωρών που είχαν παρουσία στο νησί, πριν ή μετά τη διαμάχη ή στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών όπως επίσης και οι δύο οργανισμοί, ο Ερυθρός Σταυρός και τα Ηνωμένα Έθνη.”

Ο κ. Αρνί αναφέρει ότι έχουν γίνει διαβήματα προς όλες αυτές τις χώρες και τους οργανισμούς να προβούν σε δικές τους έρευνες, περιλαμβανομένης της Αθήνας, της Τουρκίας και των τουρκικών αρχείων στο νησί. Τα αρχεία του ΟΗΕ θα εξεταστούν τόσο στη Λευκωσία όσο και στη Νέα Υόρκη και του Ερυθρού Σταυρού στη Γενεύη.

“Θα είναι μια προσπάθεια για να βρούμε στοιχεία σε εκθέσεις που έγιναν επιτόπου, στοιχεία για πτώματα που μετακινήθηκαν ή θάφτηκαν. Ίσως στρατιώτες της ΟΥΝΦΙΚΥΠ βρήκαν π.χ. πέντε νεκρούς στο δρόμο και τους μετέφεραν σε κοιμητήριο και αυτές οι πληροφορίες να βρίσκονται καταγραμμένες σε έγγραφα αλλά δεν περιλήφθηκαν σε εκθέσεις. Εκεί πιστεύω θα βρούμε πληροφορίες. Πιστεύω ότι θα μας πάρει ένα μέχρι δύο χρόνια για να ολοκληρώσουμε αυτήν την έρευνα”, ανέφερε.

Επίσης, η ψηφιοποίηση των αρχείων στα τρία γραφεία της ΔΕΑ, του Ε/κ μέλους, του Τ/κ και του Τρίτου Μέλους, θα βελτιώσει τις διερευνητικές δυνατότητες. Θα επενδύσουμε σε νέες τεχνολογίες, σε γεωραντάρ, γεωγραφικά συστήματα πληροφορικής για να βελτιώσουμε τη διερεύνηση για λείψανα αγνοουμένων, εξήγησε.

Στην αρχή, είπε στο ΚΥΠΕ ο κ. Αρνί, η ΔΕΑ πραγματοποιούσε εκσκαφές σε μαζικούς τάφους που είχαν 10-15 ζεύγη λειψάνων. Ωστόσο, είπε, τώρα πραγματοποιούμε εκσκαφές σε μικρούς χώρους που είναι δύσκολο να βρεις κάτι. Φέτος έχουμε μια λίστα για 130 χώρους για εκσκαφές ενώ κάθε χρόνο ο κατάλογος αφορά περίπου 110. Έχουμε ακόμη αρκετή δουλειά και συνεχώς η λίστα ανανεώνεται με νέες πληροφορίες που έρχονται από μάρτυρες στα δύο γραφεία της ΔΕΑ. Το Ε/κ μέλος αναζητά Τ/κ και το Τ/κ, Ελληνοκύπριους.

Εξήγησε ότι γίνεται αξιολόγηση και ανταλλαγή των πληροφοριών κατά τις εβδομαδιαίες συναντήσεις της ΔΕΑ και όταν οι πληροφορίες διαπιστωθούν ότι είναι έγκυρες μετά από επιβεβαίωση, “βάζουμε τις πληροφορίες στη λίστα των εκσκαφών μας”.

Αναφορικά με εκταφές σε στρατιωτικούς χώρους στα κατεχόμενα, ο κ. Αρνί υπενθύμισε ότι το Νοέμβριο του 2015 η Τουρκία συμφώνησε όπως αυξήσει κατά 300% τον αριθμό στρατιωτικών χώρων όπου η ΔΕΑ μπορεί να εργαστεί. Εξήγησε ότι ενώ οι Τούρκοι στην αρχή έδωσαν άδεια για πρόσβαση σε δύο ή τρεις στρατιωτικές περιοχές στα κατεχόμενα το χρόνο, μετά από παρέμβαση του ιδίου και των Ηνωμένων Εθνών σε υψηλό επίπεδο, αυτό αυξήθηκε σε 30+ περιοχές για τρία χρόνια. Έτσι από τρεις χώρους το χρόνο, τώρα αυξήθηκε στους 10. Το 2016 εξετάσαμε 10 και το 2017 έχουμε στόχο 11.

Ωστόσο, είπε, το αποτέλεσμα δεν είναι τόσο ελπιδοφόρο όσον θα αναμέναμε. “Βρήκαμε λιγότερο από 10 άτομα σε αυτές τις περιοχές το 2016 αλλά ήταν μια πρόοδος”.

Στη συνέντευξή του στο ΚΥΠΕ, το Τρίτο Μέλος της ΔΕΑ κάλεσε τη διεθνή κοινότητα να στηρίξει το έργο της ΔΕΑ.

“Η εργασία που επιτελούμε είναι οδυνηρά αργή και έχει μεγάλο κόστος και κάθε χρόνο πρέπει να εξεύρουμε 3.1 εκατομμύρια ευρώ. Η ΔΕΑ φέτος χρειάζεται ακόμη μισό εκατομμύριο. Έχουμε υποσχέσεις για τις 230 χιλιάδες ευρώ από δύο χώρες και χρειαζόμαστε ακόμη 270 χιλιάδες. Με την ευκαιρία αυτής της συνέντευξης, απευθύνω έκκληση στις κυβερνήσεις και χώρες που στηρίζουν τη ΔΕΑ να μας δώσουν χρήματα τώρα γιατί ελπίζουμε ότι βρισκόμαστε στην τελική φάση, ακόμη λίγα χρόνια για να λύσουμε αυτό το πρόβλημα οριστικά γιατί το μέλλον της Κύπρου εξαρτάται και από αυτό”, σημείωσε.

“Αν δεν επιλυθεί το θέμα των αγνοουμένων, αν δεν αφαιρεθεί αυτό το εμπόδιο, θα είναι πολύ δύσκολο να φθάσουμε σε πραγματική συμφιλίωση”, είπε ο κ. Αρνί.

Η συμφιλίωση σημαίνει αποκατάσταση της εμπιστοσύνης. “Πώς μπορώ να σε εμπιστευτώ αν ο πατέρας μου σκοτώθηκε; Πώς μπορώ να αποκαταστήσω την εμπιστοσύνη; Γι`αυτό η δουλειά μας βοηθά, από αγνοούμενο σε αγνοούμενο, μετατρέπουμε το δημόσιο θυμό σε προσωπικό πένθος. Οι άνθρωποι επιτέλους έχουν ένα τάφο, μπορούν να τον επισκεφθούν και ο θυμός μετατρέπεται σε πένθος και η πληγή επιτέλους κλείνει. Με σημάδι, αλλά επιτέλους κλείνει. Και αυτή είναι η συνεισφορά μας για να κάνουμε την Κύπρο ένα χώρο με καλύτερο μέλλον”.

Σε παρατήρηση ότι είναι αφοσιωμένος στην αποστολή του, ο κ. Αρνί είπε “δεν μπορείς να είσαι γραφειοκράτης σε αυτήν την εργασία, πρέπει να πείσεις τον κόσμο και τους δωρητές.”

Ανέφερε ότι ένας πρέσβης στα Βαλκάνια κάποτε τον ρώτησε γιατί εργάζεται με κόκαλα. “Και του απάντησα ότι δεν εργάζομαι με κόκαλα. Εργαζόμαστε με οικογένειες, εργαζόμαστε για τους ζωντανούς, όχι για τους νεκρούς”.

(ΚΥΠΕ/ΑΧΡ/ΜΜ)