Επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης στο Κέντρο Υποδοχής Κοφίνου, διαπιστώνουν Σαββίδου και Dessalegne
Οι συνθήκες στο Κέντρο Υποδοχής Κοφίνου παρέμειναν, σε μεγάλο βαθμό, κάτω από τα επιθυμητά πρότυπα το 2016, σύμφωνα με την Επίτροπο Διοικήσεως και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Ελίζα Σαββίδου και τον Επικεφαλής της Αντιπροσωπείας της Υπάτης Αρμοστείας Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες στην Κύπρο Damtew Dessalegne. Στα πλαίσια διερεύνησης καταγγελιών και της τακτικής παρακολούθησης των όσων διαδραματίζονται στο Κέντρο, έχουν διαπιστώσει, όπως αναφέρουν, ότι, λόγω και του υπερ-τριπλασιασμού του πληθυσμού του Κέντρου, οι συνθήκες υποδοχής και διαβίωσης σταδιακά επιδεινώνονται, δημιουργώντας κινδύνους για σοβαρά προβλήματα υγείας και ασφάλειας στους διαμένοντες. Σε ανοιχτή επιστολή τους σε σχέση με τη λειτουργία του Κέντρου Υποδοχής και Φιλοξενίας Αιτητών Διεθνούς Προστασίας στην Κοφίνου, οι δύο αξιωματούχοι αναφέρουν πως μετά την επέκταση του Κέντρου το 2014, η χωρητικότητα του αυξήθηκε από 120 σε 400 άτομα, χωρίς όμως την ανάλογη αύξηση στο προσωπικό που το στελεχώνει. Τον τελευταίο χρόνο το Κέντρο φιλοξενεί κατά κανόνα πάνω από 300 άτομα, ένας μεγάλος αριθμός από τα οποία είναι παιδιά. Σύμφωνα με την επιστολή, στελέχη των δύο οργανισμών πραγματοποίησαν στις 12 Δεκεμβρίου 2016 κοινή επίσκεψη στον χώρο και διαπίστωσαν/επιβεβαίωσαν την ύπαρξη πολλών λειτουργικών προβλημάτων, στα οποία οι αρμόδιες αρχές πρέπει να παρέμβουν άμεσα. Οι δύο αξιωματούχοι υπογραμμίζουν ότι είναι αναγκαία η λήψη άμεσων και αποτελεσματικών μέτρων από την πολιτεία για απάμβλυνση των προβλημάτων λειτουργικότητας του Κέντρου και τη διασφάλιση συνθηκών αξιοπρεπούς διαβίωσης, καθώς και κοινωνικής ένταξης. Κάτι τέτοιο θα συνιστά συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας για παροχή διεθνούς προστασίας και θα ανταποκρίνεται στις ιδιαίτερες ανάγκες του πληθυσμού του Κέντρου, ιδιαίτερα εκείνων των ευάλωτων ομάδων, όπως αναφέρουν. «Μία από τις βασικές μας ανησυχίες είναι τα μακροχρόνια προβλήματα σχετικά με το αποχετευτικό σύστημα του Κέντρου τα οποία εξακολουθούν να υφίστανται παρά τις προσπάθειες της Υπηρεσίας Ασύλου (με αποτέλεσμα τη συχνή υπερχείλιση των λάκκων αποχέτευσης, προκαλώντας έντονη δυσοσμία στον περιβάλλοντα χώρο και κινδύνους μόλυνσης)», αναφέρει η επιστολή. Γίνεται επίσης αναφορά σε ζημιές σε χώρους λουτρών (με αποτέλεσμα τη μη παροχή ζεστού νερού), ζημιές στις κουζίνες (σπασμένοι φούρνοι και βρύσες, εκτεθειμένα σύρματα), καθώς γενικότερα σε ελλιπή καθαριότητα (πεταγμένα σκουπίδια και δυσοσμία από καλάθους σκυβάλων). Σύμφωνα με τους δύο αξιωματούχους, το Κέντρο δεν είναι κατάλληλο για ιδιαίτερα ευάλωτα άτομα, όπως μονήρεις γυναίκες με παιδιά, λόγω του ότι είναι σε απομακρυσμένη περιοχή, ενώ λόγω της παρατεταμένης εκκρεμότητας σε σχέση με τη διαχείριση του, παρατηρούνται ελλείψεις επαρκούς και ειδικά καταρτισμένου προσωπικού για να ανταποκριθεί στις ειδικές ανάγκες τέτοιων υποθέσεων. Σημειώνουν ακόμα ότι υπάρχει μεγάλη ανάγκη για δραστηριότητες που θα είναι κατάλληλες σε σχέση με το φύλο και την ηλικία, σε καθημερινή βάση, ώστε ν’ αμβλύνει την ανία και την απογοήτευση. Είναι ακόμα επάναγκες, τονίζουν, όπως όλα τα παιδιά σχολικής ηλικίας που διαμένουν στο κέντρο να φοιτούν σε σχολεία και να τους παρέχεται η αναγκαία στήριξη στη διαδικασία της μάθησης. (ΚΥΠΕ/ΚΔ/ΡΑΓ)