Για αργή πρόοδο στη Γενεύη κάνουν λόγο βρετανικά δημοσιεύματα και αναλύσεις
Πολλά είναι τα σχόλια από βρετανικά μέσα ενημέρωσης και αναλυτές μετά και από τη δεύτερη ημέρα των συνομιλιών της Γενεύης για το Κυπριακό.
Ο διπλωματικός συντάκτης της εφημερίδας Guardian σημειώνει εξ αρχής ότι «μόνο μία μεγάλη παρέμβαση του Τούρκου Προέδρου ή του Έλληνα Πρωθυπουργού θεωρείται ικανή να αλλάξει τον αργό ρυθμό προόδου» στη Γενεύη.
Η μη δέσμευση των δύο ηγετών να παραστούν στη διάσκεψη που θα αρχίσει την Πέμπτη χαρακτηρίζεται ως «δυνητικό πλήγμα» στις συνομιλίες, οι οποίες, όπως επαναλαμβάνεται, προχώρησαν κατά το πρώτο διήμερο με αργότερο ρυθμό από όσο ήλπιζαν τα Ηνωμένα Έθνη.
Το δημοσίευμα αναφέρεται στη διαρροή των διαφορών μεταξύ των δύο πλευρών στο κεφάλαιο της διακυβέρνησης και στο περιουσιακό, προσθέτοντας ότι «αυξάνονται οι φόβοι πως καμία από τις δύο πλευρές δεν θα κάνει μεγάλες παραχωρήσεις μέχρι να υπάρξουν ενδείξεις για το κατά πόσο θα επιτευχθεί συμφωνία στο πρωτεύον θέμα των εγγυήσεων ασφαλείας».
Επικαλούμενος παρατηρητές, ο συντάκτης του Guardian αναφέρει ότι υπάρχουν φόβοι πως ο Πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν ίσως να μην είναι σε θέση να υπαναχωρήσει στο θέμα της αποχώρησης των τουρκικών στρατευμάτων όσο χρειάζεται τη στήριξη των εθνικιστών στην τουρκική Εθνοσυνέλευση για να περάσει τα σχέδιά του για τη συνταγματική αναθεώρηση που θα ενισχύσει τις εξουσίες του.
Στο σημείο αυτό παρατίθεται η ανάλυση του συμβουλευτικού οίκου πολιτικού ρίσκου Eurasia Group που εκτιμά ότι το χάσμα θέσεων στο ζήτημα της ασφάλειας πιθανότατα να αποδειχθεί ο βασικός λόγος που οι συνομιλίες της Γενεύης θα μείνουν ατελείς. «Η Τουρκία είναι πιθανό να συνεχίσει να κωλυσιεργεί έως τον Απρίλιο», εκτιμούν οι αναλυτές του οίκου, προσδιορίζοντας το τουρκικό συνταγματικό δημοψήφισμα της άνοιξης ως το χρονικό σημείο έπειτα από το οποίο ο Ερντογάν ίσως είναι πιο δεκτικός στην αναθεώρηση του πλαισίου ασφαλείας στην Κύπρο.
Οι Financial Times συνοψίζουν τα οφέλη της επανένωσης της Κύπρου, αναφέροντας ότι θα βοηθούσε τις ΗΠΑ, τους Ευρωπαίους συμμάχους τους και φιλικές κυβερνήσεις να επικεντρωθούν αποκλειστικά στην απειλή του ISIS στη Μέση Ανατολή, θα βελτίωνε τις ευρωτουρκικές σχέσεις, θα μείωνε τις εντάσεις ως προς την αξιοποίηση των ενεργειακών κοιτασμάτων στην κυπριακή ΑΟΖ και θα έφερνε πιο κοντά το ΝΑΤΟ και την ΕΕ.
Περνώντας στη συνέχεια στα εμπόδια για τη λύση, οι FT σημειώνουν ότι υπάρχει το θέμα της ασφάλειας. Αν και η εφημερίδα εκτιμά ότι «η Τουρκία θα ήθελε να απαλλαγεί από το οικονομικό βάρος της στρατιωτικής παρουσίας στην Κύπρο και των επιδοτήσεων προς το ψευδοκράτος», επισημαίνει ότι παραχωρήσεις στο κεφάλαιο αυτό ίσως θα στοίχιζαν στον Ερντογάν τη στήριξη των εθνικιστών που χρειάζεται ενόψει του δημοψηφίσματος.
Αναφέρεται επίσης ότι πολιτικές και θρησκευτικές δυνάμεις σε νότο και βορρά της Κύπρου δεν έχουν πειστεί ότι μια συμφωνία ειρήνης αξίζει τους συμβιβασμούς που απαιτούνται.
Οι Times αναφέρουν πως Βρετανοί αξιωματούχοι αναμένουν ως βέλτιστη δυνατή κατάληξη των συνομιλιών της Γενεύης μία συμφωνία πλαισίου για την επανένωση του νησιού, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε δημοψηφίσματα ακόμα και τον Απρίλιο.
Η Daily Telegraph σημειώνει για τους αναγνώστες της ότι το ανοιχτό Κυπριακό ζήτημα αποτελεί τροχοπέδη στις ελπίδες της Τουρκίας να ενταχθεί στην ΕΕ, καθώς επίσης ότι επίλυση του προβλήματος θα αποτελούσε σπάνια καλή είδηση για την Ευρώπη που είναι αντιμέτωπη με την τρομοκρατία, με πολιτική αναστάτωση και με την προσφυγική κρίση.
Εξάλλου, το Economist Intelligence Unit, όπως ανέφερε ο επικεφαλής του υπενθυμίζοντας ότι η όποια συμφωνία θα πρέπει να εγκριθεί σε δημοψηφίσματα, δίνει πιθανότητες 40% στην επίλυση του Κυπριακού.
(ΚΥΠΕ/ΘΓ/ΜΜ)