Δόθηκε ανεπίσημα στα μέλη του Σ.Α. η έκθεση του ΓΓ του ΟΗΕ για την ΟΥΝΦΙΚΥΠ

Δόθηκε ανεπίσημα στα μέλη του Σ.Α. η έκθεση του ΓΓ του ΟΗΕ για την ΟΥΝΦΙΚΥΠ

Για μια «άνευ προηγουμένου πρόοδο που σημειώθηκε κατά τους τελευταίους 19 μήνες στην καθοδηγούμενη από τους ηγέτες διαπραγματευτική διαδικασία», μιλά ο ΓΓ του ΟΗΕ, στην έκθεσή του για την ειρηνευτική δύναμη των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο, ζητώντας παράλληλα από το Συμβούλιο Ασφαλείας να ανανεώσει τη θητεία της ΟΥΝΦΙΚΥΠ για ακόμη έξι μήνες, μέχρι τις 31 Ιουλίου 2017.

Η έκθεση – ανεπίσημο αντίγραφο της οποίας δόθηκε το απόγευμα της Δευτέρας στα μέλη του Σ.Α. – ασχολείται στο μεγαλύτερο μέρος της με τα ζητήματα αρμοδιότητας της ΟΥΝΦΙΚΥΠ, ενώ περιλαμβάνει μία σύντομη αναφορά στις καλές υπηρεσίες του ΓΓ, αλλά και στο σχεδιασμό που γίνεται, ώστε να ανταποκριθεί η ειρηνευτική δύναμη στο ρόλο της μετά τη διευθέτηση του Κυπριακού.
Κάτω από το τίτλο «Σημαντικές πολιτικές εξελίξεις», η έκθεση αφιερώνει τρεις παραγράφους στις συνομιλίες.

«Κατά την περίοδο αναφοράς”, γράφει, “οι διαπραγματεύσεις μεταξύ του Ε/κ ηγέτη, Νίκου Αναστασιάδη και του Τ/κ ηγέτη, Μουσταφά Ακιντζί, συνεχίστηκαν με εντατικούς ρυθμούς και με προσανατολισμένο σε αποτελέσματα τρόπο. Οι ηγέτες διατήρησαν ένα τακτικό και συχνά έντονο πρόγραμμα συναντήσεων, ενώ οι διαπραγματευτές τους και οι εμπειρογνώμονες συνέχισαν να συνεδριάζουν τακτικά».

Αναφέρει πως μέσα από την εντατική τους εργασία σ’ αυτήν την υπό την καθοδήγηση των ηγετών διαδικασία, οι κ. Αναστασιάδης και Ακιντζί «πέτυχαν να πάνε τις συνομιλίες πιο πέρα από ποτέ μετά το 2008, επιτυγχάνοντας σημαντική πρόοδο στα τέσσερα από τα έξι κεφάλαια των διαπραγματεύσεων – διακυβέρνηση και κατανομή της εξουσίας, το περιουσιακό, την οικονομία και τα σχετιζόμενα με την ΕΕ θέματα. Επίσης, για πρώτη φορά, διεξήγαγαν διαπραγματεύσεις για το θέμα του εδαφικού στο Μοντ Πελεράν της Ελβετίας, την οποία άνοιξα (προσωπικά) στις 7 Νοεμβρίου το 2016».

Καταγράφει, επίσης, την ανακοίνωση των ηγετών, όπως εκδόθηκε από τα Ηνωμένα Έθνη, την 1η Δεκεμβρίου, για τις συναντήσεις στη Γενεύη από τις 9-11 Ιανουαρίου και τη σύγκληση της διάσκεψης για την Κύπρο στις 12 Ιανουαρίου «με την πρόσθετη συμμετοχή των εγγυητριών δυνάμεων – Ελλάδας, Τουρκίας και Ηνωμένου Βασιλείου και την ανακοίνωση ότι «άλλα ενδιαφερόμενα μέρη θα καλούνται όπως απαιτείται».

Στο κεφάλαιο των παρατηρήσεων, αναφέρεται στην πρωτοφανή πρόοδο, που έχει σημειωθεί στη διαδικασία των καθοδηγούμενων από τους ηγέτες διαπραγματεύσεων κατά τους τελευταίους δέκα εννέα μήνες.

«Συγχαίρω τον κ. Ακιντζί και τον κ. Αναστασιάδη για τις προσπάθειές τους. Μέσα από το όραμα, το θάρρος και την ηγεσία τους, έχουν προχωρήσει οι συνομιλίες με σαφή τρόπο. Ταυτόχρονα, μια σειρά από ευαίσθητα και σημαντικά ζητήματα παραμένουν».
Διαπιστώνοντας ότι η διαδικασία έχει πλέον φτάσει σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι «ενθαρρύνει τους ηγέτες να οικοδομήσουν πάνω στη δυναμική, καθώς ξεκινούν για το πιο κρίσιμο και ίσως το πιο απαιτητικό τμήμα της κοινής πορείας τους».
Παράλληλα, ενθαρρύνει όλους τους Κυπρίους «να στηρίξουν τους ηγέτες, καθώς προχωρούν στις αποφασιστικές εβδομάδες, για την επίτευξη του κοινού στόχου της επίτευξης μιας συνολικής διευθέτησης το συντομότερο δυνατό».
Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στο ρόλο των εγγυητριών δυνάμεων.

«Καθώς οι συνομιλίες εισέρχονται σε μια ζωτική φάση, είναι πιο σημαντικό από ποτέ, όπως οι εγγυήτριες δυνάμεις – Ελλάδα, Τουρκία και Ηνωμένο Βασίλειο – και άλλοι σχετικοί παράγοντες, παραμείνουν προσηλωμένοι στην υποστήριξη των εν εξελίξει και αποφασιστικών προσπαθειών των ηγετών».

Αναφορικά με τα ζητήματα του μεταβατικού σχεδιασμού για την περίπτωση της διευθέτησης η έκθεση γράφει πως η ΟΥΝΦΙΚΥΠ συνέχισε να εργάζεται, βάσει του αιτήματος του Σ.Α., «για τημ εγκαθίδρυση μιας κοινής ομάδας εργασίας με την αποστολή των καλών υπηρεσιών και την υποστήριξη των αρμοδίων υπηρεσιών στην έδρα του ΟΗΕ».

Αναφέρει ότι στις 22 Ιουλίου η ΟΥΝΦΙΚΥΠ ενημέρωσε τους ηγέτες σχετικά με τον αρχικό σχεδιασμό της μετάβασης. Ενώ στις αρχές Νοεμβρίου, οι διαπραγματευτές επέστρεψαν στα θέματα αυτά, παρουσία του Ειδικού Συμβούλου και της Ειδικής Αντιπροσώπου και συμφώνησαν κατ’ αρχήν ότι «τα Ηνωμένα Έθνη θα επικεντρωθούν σε ορισμένους κεντρικούς τομείς υποστήριξης της  περιόδου μετά τη διευθέτηση. Περαιτέρω συζήτηση με τους διαπραγματευτές έλαβε χώρα στις 15 Δεκεμβρίου».

Ο ΓΓ σημειώνει ότι ο προγραμματισμός της μετάβασης που έχει αναληφθεί κατά το παρελθόν έτος, έχει αποδείξει το βαθμό στον οποίο οι δυνατότητες των Ηνωμένων Εθνών στο νησί θα πρέπει να αλλάξουν, προκειμένου να υποστηρίξουν αποτελεσματικά την εφαρμογή της συμφωνίας και να βοηθήσουν τις πλευρές με τις προκλήσεις της περιόδου μετά τη διευθέτηση.

«Ο προσδιορισμών αυτών των νέων δυνατοτήτων θα εξαρτηθεί από την περαιτέρω πρόοδο στις συνομιλίες πάνω σε βασικά εκκρεμή ζητήματα και θα απαιτήσει λεπτομερή εμπλοκή με τις πλευρές σχετικά με τις προσδοκίες τους για το μελλοντικό ρόλο του ΟΗΕ. Θα πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι με τους υφιστάμενους πόρους και με τη σημερινή μορφή της, η ΟΥΝΦΙΚΥΠ έχει περιορισμένη ικανότητα να προσφέρει την κατάλληλη υποστήριξη σε μια διευθέτηση. Επιπλέον, ο εν λόγω σχεδιασμός δεν είναι παρά μία πτυχή μιας πολύ ευρύτερης ανάγκης για τις προετοιμασίες της εφαρμογής της διευθέτησης, που είναι ευθύνη των πλευρών».

Για τα θέματα της Διερευνητικής Επιτροπής για τους Αγνοούμενους, αναφέρει ότι υπό το φως της προχωρημένης ηλικίας τόσο των συγγενών όσο και των μαρτύρων, ο ΓΓ θεωρεί «κρίσιμο να δοθούν στη ΔΕΑ τα μέσα και οι πληροφορίες που απαιτούνται για να επιταχύνει τις εργασίες της».

Ταυτόχρονα δηλώνει ενθαρρυμένος από το γεγονός ότι οι πόροι της ΔΕΑ έχουν ενισχυθεί κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
«Αυτή η πρόσθετη δυνατότητα είναι ιδιαίτερα σημαντική υπό το φως της προχωρημένης ηλικίας πολλών μαρτύρων και συγγενών. Οι προσπάθειες της ΔΕΑ για να επουλωθούν οι πληγές του παρελθόντος δεν είναι μόνο κρίσιμες για εκείνες τις οικογένειες που πλήττονται άμεσα από την τραγωδία των αγνοουμένων, αλλά υποστηρίζουν επίσης την ευρύτερη διαδικασία της συμφιλίωσης μεταξύ των κοινοτήτων».

Ο ΓΓ εκτιμά ότι παραμένει σημαντικό για την επόμενη περίοδο να υπάρξει πρόοδος σχετικά με τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης.

«Ιδιαίτερα το άνοιγμα των δύο σημείων διέλευσης, θα οδηγήσει σε σημαντικές βελτιώσεις στη ζωή των επηρεαζόμενων κοινοτήτων. Ενώ η πρόοδος που σημειώθηκε στην κατεύθυνση της ασφάλειας των Κυπρίων, μέσω της εκκαθάρισης των πέντε ναρκοπεδίων στο βορρά είναι ευπρόσδεκτη, απομένουν ακόμη πολλά να γίνουν. Η έλλειψη δράσης για την εκκαθάριση του ναρκοπεδίου που γειτνιάζει με τη γραμμή κατάπαυσης του πυρός κοντά στο Μάμμαρι, για παράδειγμα, εξακολουθεί να δημιουργεί περιττούς κινδύνους. Ναρκοπέδια στο νησί έχουν μικρή στρατιωτική αξία, αλλά αποτελούν σοβαρή απειλή για τη ζωή», υπογραμμίζεται στην έκθεση, καλώντας και τις δύο πλευρές να επωφεληθούν από τις δυνατότητες εκκαθάρισης ναρκοπεδίων της ΟΥΝΦΙΚΥΠ μέσω της UNMAS, ώστε τους επόμενους μήνες να απαλλαγεί από τα ναρκοπέδια ολόκληρο το νησί.

«Μια τέτοια εκκαθάριση θα μειώσει σημαντικά τον κίνδυνο για τους αμάχους και θα επιτρέψουν αυξημένη ελευθερία κινήσεων εντός και γύρω από τη νεκρή ζώνη».

Στην έκθεση σημειώνεται ότι δεν παρατηρήθηκαν σοβαρά περιστατικά βίας μεταξύ Ε/κ και Τ/κ κατά τις διαδηλώσεις το Νοέμβριο του 2016, ωστόσο αναφέρεται σε συνεχιζόμενη έλλειψη πληροφόρησης σχετικά με τις δικαστικές διαδικασίες που σχετίζονται με τα γεγονότα του Νοεμβρίου του 2015 και τονίζεται ότι «μια σαφής επίλυση των υποθέσεων αυτών θα χρησιμεύσει για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης μεταξύ των κοινοτήτων και θα σημάνει ότι οι πράξεις αυτές δεν θα γίνουν ανεκτές στην Κύπρο».
Επίσης χαιρετίζονται οι αυξανόμενες προσπάθειες των ομάδων πολιτών με στόχο την οικοδόμηση υποστήριξης στις συνομιλίες για τη διευθέτηση και την επανένωση.

«Καθώς οι ηγέτες προχωρούν στις διαπραγματεύσεις τους, τους ενθαρρύνω να εμπλέξουν πλήρως την κοινωνία των πολιτών σε όλη την Κύπρο, με σκοπό την προώθηση μιας ευρείας υποστήριξης της βάσης για τη λύση».
Ο Γενικός Γραμματέας ζητά επίσης την άρση όλων των περιορισμών στην άσκηση των θρησκευτικών ελευθεριών.
 «Ως θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα, δεν μπορεί να υπάρξει καμία αμφιβολία ότι η ελευθερία της λατρείας σε όλο το νησί είναι σημαντικό από μόνο του. Ταυτόχρονα, μπορεί επίσης να παρέχει ένα πλαίσιο για την ενίσχυση της αλληλεπίδρασης μεταξύ των κοινοτήτων. Ζητώ όλοι οι περιορισμοί στην ελευθερία της λατρείας, συμπεριλαμβανομένων των περιορισμών στην πρόσβαση σε θρησκευτικούς χώρους, να αρθούν».

Η έκθεση επαναλαμβάνει τις γνωστές αναφορές για την αντιμετώπιση των ανησυχιών των Τ/κ για απομόνωση.

«Συνεχίζω να καλώ τις δύο κοινότητες να καταβάλουν προσπάθειες για τη δημιουργία ενός ευνοϊκού κλίματος για την επίτευξη μεγαλύτερης οικονομικής και κοινωνικής ισότητας μεταξύ των δύο πλευρών και να διευρύνουν και εμβαθύνουν τις οικονομικές, κοινωνικές, πολιτιστικές, αθλητικές ή παρόμοιες σχέσεις και επαφές, μεταξύ άλλων και με σκοπό την ενθάρρυνση του εμπορίου. Οι επαφές αυτές προάγουν την εμπιστοσύνη μεταξύ των κοινοτήτων και βοηθούν να αντιμετωπιστούν οι ανησυχίες των Τουρκοκυπρίων σχετικά με την απομόνωση. Καλώ και τους δύο ηγέτες να επιμένουν στην αντιμετώπιση αυτών των ζητημάτων».
Τέλος, αφού επαναλαμβάνει το αίτημα για αποδοχή από τις πλευρές του μνημονίου της ΟΥΝΦΙΚΥΠ για τη γραμμή κατάπαυσης του πυρός, θίγει και το θέμα των παραβιάσεων του στάτους κβο από τις κάμερες κλειστού κυκλώματος που έχουν τοποθετήσει οι τουρκικές δυνάμεις, αποκτώντας στρατιωτικό πλεονέκτημα.

 «Ως εκ τούτου, γράφει, ενθαρρύνω τα βήματα προς μια μόνιμη μείωση της στρατιωτικής παρουσίας κατάστασης κατά μήκος της γραμμής κατάπαυσης του πυρός, αρχής γενομένης από εκείνες τις θέσεις που έχουν ενισχυθεί με τηλεοπτικές κάμερες κλειστού κυκλώματος, ιδιαίτερα στην στρατιωτικοποιημένη περιοχή εντός των ενετικών τειχών της παλιάς πόλης της Λευκωσίας».
(ΚΥΠΕ/ΑΖ/ΓΒΑ)