Μετά από οκτώ χρόνια μνημονίων η Ελλάδα δεν είναι η ίδια χώρα

Μετά από οκτώ χρόνια μνημονίων η Ελλάδα δεν είναι η ίδια χώρα

Από σήμερα η Ελλάδα εξέρχεται από μια οκταετία Μνημονίων. Το τέλος του τελευταίου προγράμματος στήριξης σηματοδοτεί για την Αθήνα μια νέα εποχή μεγαλύτερης αυτονομίας –όχι όμως και ολοκληρωτικής, δεδομένης της τετραετούς εποπτείας των θεσμών– ως προς την άσκηση της οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής.

Σύμφωνα με τους οικονομικούς και κοινωνικούς δείκτες, η Ελλάδα του 2018 είναι μια διαφορετική χώρα από αυτή του 2009.

Τι άφησαν πίσω τα Μνημόνια
——————-
Η χώρα βγαίνει από τα Μνημόνια με συρρίκνωση κατά 25% του ΑΕΠ της, την ανεργία να βρίσκεται στο 20% –μεγαλύτερη κατά επτά μονάδες σε σχέση με το 2010– ενώ το δημόσιο χρέος φτάνει σήμερα στο 180% του ΑΕΠ, τη στιγμή που το 2008, πριν από το πρώτο πρόγραμμα στήριξης, ήταν στο 109,4%.

Σε απόλυτους αριθμούς, το ελληνικό δημόσιο χρέος ήταν το 2010, πριν το πρώτο Μνημόνιο, 320 δισ. ευρώ και το ΑΕΠ στα 220 δισ. ευρώ. Σήμερα, το δημόσιο χρέος φτάνει στα 360 δισ. ευρώ, ενώ το ΑΕΠ της χώρας είναι περίπου 180 δισ. ευρώ. Επιπλέον, τα δημοσιονομικά μέτρα που θεσπίστηκαν αγγίζουν τα 80 δισ. ευρώ.

Αναφορικά με τον τραπεζικό τομέα, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα στηρίχθηκε συνολικά με 64 δισ. ευρώ, ωστόσο έχει σήμερα 120 δισ. λιγότερες καταθέσεις σε σχέση με τις αρχές του 2010.

Ο μέσος μισθός στον ιδιωτικό τομέα έφτανε τον Ιούλιο του 2009 στα 1.285 ευρώ μεικτά, ενώ σήμερα, εννέα χρόνια μετά, είναι μόλις 929 ευρώ.

Τέλος, σημαντικό πλήγμα για την ανάπτυξη της χώρας αποτελεί το φαινόμενο της λεγόμενης «διαρροής εγκεφάλων» (brain drain), καθώς υπολογίζεται ότι μέσα στην οκταετία των Μνημονίων η Ελλάδα απώλεσε σημαντικό μέρος του επιστημονικού της δυναμικού, με περίπου 450.000 νέους να μεταναστεύουν κυρίως σε χώρες της Ευρώπης.

Από την άλλη πλευρά, η Ελλάδα βρέθηκε το 2015 στο χείλος της εξόδου από το ευρώ, όμως σήμερα θεωρείται μια χώρα στον πυρήνα της νομισματικής ένωσης. Επιπλέον, κατάφερε μέσα στην οκταετία να πετύχει σημαντική εξάλειψη του ελλείμματος του προϋπολογισμού. Το 2017 το πλεόνασμα έφτασε το 4,2% του ΑΕΠ, ενώ την τελευταία διετία η ελληνική Κυβέρνηση υπερκαλύπτει του στόχους των προγραμμάτων ως προς αυτό το σκέλος.

Η ελληνική οικονομία καταγράφει, επίσης, για πέντε συνεχόμενα τρίμηνα αναπτυξιακούς ρυθμούς, γεγονός που συμβαίνει για πρώτη φορά από το 2008. Παράλληλα, μετά και από τη συμφωνία στο τελευταίο Eurogroup, έχει εξασφαλιστεί η χρηματοδότηση του χρέους τουλάχιστον έως το 2022. Σύμφωνα με τους οικονομικούς αναλυτές, η επιτυχία των υπερπλεονασμάτων οφείλεται στις περικοπές των δημοσίων δαπανών, την ώρα που τα έσοδα κυμαίνονται στα ίδια περίπου επίπεδα.

Η επόμενη μέρα
——————-
Παρά το τέλος των προγραμμάτων στήριξης, η Αθήνα έχει ήδη συμφωνήσει για ένα Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής για την επόμενη τετραετία, στο οποίο προβλέπονται μέτρα ύψους περίπου 5 δισ. ευρώ. Επιπλέον, για την ίδια περίοδο η Ελλάδα έχει δεσμευτεί σε πλεονάσματα της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ, αλλαγές στο συνταξιοδοτικό σύστημα, μεταρρυθμίσεις του τραπεζικού συστήματος και ιδιαίτερα στον τομέα των «κόκκινων» δανείων, αλλά και ολοκλήρωση του πακέτου αποκρατικοποιήσεων. Οι δεσμεύσεις αυτές είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τη συμφωνία για την επιμήκυνση αποπληρωμής του δημοσίου χρέους.

Ο Έλληνας Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας αναμένεται να ανακοινώσει επισήμως το τέλος του προγράμματος, ενώ η Κυβέρνηση αναμένεται να δώσει έμφαση στα μέτρα εκείνα που θα αναδεικνύουν τον βαθμό αυτονομίας που παρέχει η μεταμνημονιακή περίοδος.

Ήδη, σύμφωνα με πληροφορίες, ετοιμάζεται πακέτο οικονομικής στήριξης των ασθενέστερων οικονομικά κοινωνικών ομάδων και φοροαπαλλαγών της μεσαίας τάξης, μέτρα τα οποία αναμένεται να ανακοινωθούν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης.
Παράλληλα, η ελληνική Κυβέρνηση έχει ήδη δηλώσει την πρόθεσή της να επαναδιαπραγματευτεί τα προνομοθετημένα μέτρα μείωσης των συντάξεων και του αφορολογήτου, τα οποία προβλέπεται να τεθούν σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου του 2019.

(ΚΥΠΕ/ΑΖΑ/ΑΓΚ)