Ο ΣΥ.ΠΡΟ.ΔΑ.Τ καλεί τις τράπεζες να αφαιρέσουν τις υπερχρεώσεις με βάση την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου

Ο ΣΥ.ΠΡΟ.ΔΑ.Τ καλεί τις τράπεζες να αφαιρέσουν τις υπερχρεώσεις με βάση την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου

Ο Σύνδεσμος Προστασίας Δανειοληπτών Τραπεζών (ΣΥ.ΠΡΟ.ΔΑ.Τ.) καλεί τους δανειολήπτες να απαιτήσουν γραπτώς από την Τράπεζα τους να αφαιρέσει όλες τις παράνομες χρεώσεις και να επανακαθορίσει το οφειλόμενο ποσό, αναφέρει ο Σύνδεσμος Προστασίας Δανειοληπτών Τραπεζών (ΣΥ.ΠΡΟ.ΔΑ.Τ.) σχετικά με απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τους Κύπριους δανειολήπτες που εκδόθηκε στις (21/12/2016).

Καλεί επίσης από τις τράπεζες να αφαιρέσουν από μόνες τους όλες τις υπερχρεώσεις, αφού όπως αναφέρει με μια τέτοια κίνηση θα αποφευχθούν οι δικαστικές διαδικασίες που αχρείαστα επιβαρύνουν το ήδη υπερφορτωμένο πρόγραμμα των Δικαστηρίων.
 
«Εάν οι Τράπεζες προχωρήσουν να αφαιρέσουν τις χρεώσεις αυτές και μειώσουν τα επιτόκια κατ’ αναλογία της μείωσης των βασικών διεθνών επιτοκίων, όπως οφείλουν να κάνουν και όπως αργά ή γρήγορα θα αναγκαστούν να πράξουν δεδομένης της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, τότε θα υπάρξει και κατακόρυφη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων για τα οποία διαμαρτύρονται», αναφέρει ο ΣΥ.ΠΡΟ.ΔΑ.Τ.

Όπως αναφέρει ο ΣΥΠΡΟΔΑΤ, πλέον έχει αποσαφηνιστεί με τον πιο αυθεντικό τρόπο ότι η Εθνική Νομοθεσία και Νομολογία δεν μπορεί να περιορίσει την εφαρμογή Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας. 
 
Επίσης ότι η πληροφόρηση πριν από τη σύναψη της δανειακής συμφωνίας, σχετικά με τους όρους της και τις συνέπειες αυτών επί των Δανειοληπτών, είναι ουσιώδους σημασίας και λαμβάνεται υπόψη για να κριθεί μια ρήτρα ως καταχρηστική.  Η θετική αυτή υποχρέωση των τραπεζών επιβάλλεται ούτως ώστε να είναι βέβαιο ότι ο δανειολήπτης κατάλαβε πλήρως τις λεπτομέρειες που αναγράφονται στους όρους αυτούς, ούτως ώστε να υπάρχει πλήρης διαφάνεια.
 
Ακόμα ότι οι Τράπεζες δεν μπορούν κατ’ εφαρμογή ρήτρας, για την οποία δεν έχουν τηρήσει τις προσυμβατικές υποχρεώσεις τους, να επεμβαίνουν αυθαίρετα στο συμφωνημένο κυμαινόμενο επιτόκιο.
 
Επίσης ότι οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες εφαρμόσθηκε η καταχρηστική ρήτρα δεν έχουν σημασία, δηλαδή δεν έχει σημασία αν η ενεργοποίηση της εν λόγω ρήτρας ήταν δικαιολογημένη ή αποσκοπούσε π.χ. στο να εξασφαλίσει την βιωσιμότητα των Τραπεζών.
 
Ακόμα ότι για να υπάρξει πλήρης εναρμόνιση με την σχετική Ευρωπαϊκή Οδηγία θα πρέπει ο δανειολήπτης / καταναλωτής να αποζημιωθεί ούτως ώστε να μπει στην θέση που θα ήταν εάν η εν λόγω καταχρηστική ρήτρα δεν υπήρξε ποτέ μέσα στο συμβόλαιο.  Δηλαδή να υπάρχει αναδρομική ισχύς της ακύρωσης της ρήτρας.
 
«Ο Εθνικός Δικαστής έχει υποχρέωση να εξετάσει αυτεπάγγελτα την καταχρηστικότητα της ρήτρας, έστω και αν ο δανειολήπτης δεν εμφανίζεται στην Δικαστική ή Διαιτητική Διαδικασία», αναφέρεται. 
 
Προστίθεται ότι στις περιπτώσεις που Εθνικό Δικαστήριο έχει ήδη επικυρώσει με απόφαση του την καταχρηστική ρήτρα, ο Δανειολήπτης μπορεί να στραφεί ακόμα και εναντίον του κράτους προς διεκδίκηση αποζημιώσεων.  Αυτό έχει ήδη γίνει πρόσφατα στην Ελλάδα και η υπόθεση εκκρεμεί στα Ελληνικά Δικαστήρια, ενώ σχετική καταγγελία έχει γίνει και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αναγνώρισε ως καταχρηστική και εξ’ υπαρχής άκυρη ρήτρα η οποία έθετε μίνιμουμ ποσοστό κάτω από το οποίο, το συμφωνηθέν κυμαινόμενο επιτόκιο δεν μπορούσε να μειωθεί. Έτσι θεώρησε ότι η ρήτρα αυτή δεν υπήρξε ποτέ και δικαίωσε την απαίτηση καταναλωτών-δανειοληπτών για επιστροφή όλων των χρημάτων που κατέβαλλαν κατ’ εφαρμογή της. 
 
Οι Κυπριακές Τράπεζες εφάρμοζαν παρόμοιες πρακτικές με ακριβώς τις ίδιες συνέπειες και έτσι οι Κύπριοι Δανειολήπτες δεν επωφελούνταν από την μείωση του βασικού επιτοκίου τους που άρχισε να σημειώνεται από τα τέλη του 2009 και που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα.  Σχετική καταγγελία έχει γίνει από τον Σύνδεσμο μας στην Υπηρεσία Ανταγωνισμού και Προστασίας Καταναλωτών καθώς και στον Χρηματοοικονομικό Επίτροπο, από τον Σεπτέμβριο του 2016.